σοφόρα

σοφόρα
Φυλλοβόλο δέντρο της οικογένειας των Ψυχανθών ή Παπιλιονιδών, της τάξης των λεγκουμινωδών (δικοτυλήδονα). Το φυτό αυτό, που έχει ύψος έως 20 μ. και σφαιρική κορυφή, διακρίνεται για τα φτερωτά φύλλα του, με 9-17 φυλλάρια, καθένα, αντίθετα, ακέραια, ωοειδή, μυτερά, κατά επάκριες αραιές ταξιανθίες. Ο καρπός του είναι χέδρωπας έμμισχος μακρύς και με μορφή κομπολογιού. Η σ. κατάγεται από την Κίνα και την Ιαπωνία. Υπάρχουν δύο ποικιλίες: ποικιλόφυλλη και κρεμοκλαδής. Και οι δύο έχουν εγκλιματιστεί και στην Ελλάδα από την εποχή του Όθωνα και φυτεύονται κυρίως σε δενδροστοιχίες. Τα άνθη τους χρησιμοποιούνται για τη βαφή με κίτρινο χρώμα των μεταξωτών. Γενικά, τα φυτά αυτά αντέχουν στην ξηρασία, έχουν πλούσιο και ωραίο φύλλωμα και ανάλογα άνθη. Πολλαπλασιάζονται εύκολα με σπόρο.
* * *
η, Ν
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια φαβίδες τής τάξης φαβώδη, το οποίο περιλαμβάνει 80 περίπου είδη, που είναι ιθαγενή των θερμών και εύκρατων περιοχών όλου τού κόσμου και κυρίως τής Άπω Ανατολής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. sophora < αραβ. sufayrā «είδος δέντρου»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ελλοβόκαρπα ή λεγκουμινώδη ή χεδρωπά — Τάξη ή, κατά άλλους, οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών που περιλαμβάνει πολλές πόες, φρύγανα, θάμνους και δέντρα με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους ως προς τον όγκο, το χρώμα και το μέγεθος των ανθών κλπ., αλλά με κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα τον… …   Dictionary of Greek

  • χρυσοφόρα — χρῡσοφόρα , χρυσοφόρος wearing gold neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”